ανατροπή στο σχεδιάγραμμα της τροχαίας
Το γραφείο μας ανέλαβε την άσκηση αγωγής για την αποζημίωση πεζού, ο οποίος βαδίζοντας στο οδόστρωμα τραυματίστηκε από αυτοκίνητο, το οποίο εκινείτο ομόρροπα και παράλληλά του. Η ιδιαιτερότητα της συγκεκριμένης υπόθεσης έγκειται στο γεγονός ότι το πρόχειρο σχεδιάγραμμα της τροχαίας, το οποίο είχε συνταχθεί απουσία του τραυματία, τον εμφάνιζε να επιχειρεί να διασχίσει κάθετα την οδό, από σημείο όπου δεν υπάρχουν διαβάσεις και εξ αυτού του λόγου να τραυματίζεται. Επίσης ο οδηγός του αυτοκινήτου δεν αποδέχθηκε την υπαιτιότητά του, αλλά αντιθέτως υποστήριζε ότι ο πεζός «πετάχτηκε» ξαφνικά μπροστά του. Από το φωτογραφικό υλικό που προσκομίσαμε, από την κατάθεση μάρτυρα που αποδεδειγμένα βρέθηκε στο σημείο του ατυχήματος λίγα λεπτά μετά τον τραυματισμό και από το σύνολο των ισχυρισμών που προβάλαμε, επιτύχαμε την ανατροπή του σχεδιαγράμματος και πείσαμε το δικαστήριο για τα πραγματικά περιστατικά σύμφωνα με τους ισχυρισμούς μας. Η υπ’ 116/2018 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών έκανε πλήρως δεκτούς τους ισχυρισμούς μας και δέχτηκε ότι ο πεζός περπατούσε αναγκαστικά στο οδόστρωμα καθώς δεν μπορούσε να ανέλθει στο πεζοδρόμιο εξαιτίας των σταθμευμένων αυτοκινήτων και των κάδων απορριμμάτων που υπήρχαν στο σημείο, τα οποία αποτελούσαν εμπόδια για την άνοδό του στο πεζοδρόμιο. Το δικαστήριο δέχτηκε επίσης ότι το αυτοκίνητο κινούμενο στην ίδια κατεύθυνση με αυτόν το κτύπησε κατά τη στιγμή που διερχόταν από δίπλα του, επειδή ο οδηγός του δεν υπολόγισε ορθά τις μεταξύ τους αποστάσεις. Το κείμενο της απόφασης είναι το εξής :
«….Την 21-11-2015 και περί ώρα 20.00, επισυνέβη αυτοκινητικό ατύχημα, παθών του οποίου υπήρξε ο ήδη ενάγων. Ειδικότερα, ο παθών, κατά το χρόνο εκείνο ευρίσκετο επί της οδού Ζ., στο Π. Φ., όπου στο ύψος του οικοδομικού αριθμού …. πραγματοποίησε στάθμευση του οχήματός του, εκ δεξιών της πορείας του και µε µέτωπο προς τη Λ. Συγγρού. Αφού στάθμευσε, αποβιβάστηκε από το όχημά του και ξεκίνησε να κινείται παράλληλα του οχήματός του, µη δυνάμενος να ανέλθει άμεσα επί του πεζοδρομίου αφού έμπροσθεν του οχήματός του ήταν τoπoθετηµένοι κάδοι απορριμμάτων του δήμου Π. Φ, οι οποίοι καταλάμβαναν χώρο μήκους περί τα 7 μέτρα, εκτεινόμενοι μέχρι τη διασταύρωση της οδού Ζ. µε την κάθετη αυτής οδό Π., µε αποτέλεσμα να είναι υποχρεωμένος να βαδίσει επί του οδοστρώματος μέχρι να προσεγγίσει την ανωτέρω διασταύρωση, όπου τότε µόνο θα είχε τη δυνατότητα να ανέλθει στο πεζοδρόμιο. Κατά τον ίδιο χρόνο, επί της οδού Ζ εκινείτο το υπ’ αριθµ. κυκλοφορίας ….ΙΧΕ αυτοκίνητο ιδιοκτησίας του ……..ασφαλισμένο στην εναγοµένη ασφαλιστική εταιρία, µε πορεία προς τη Λ. Σ. Εν ω χρόνο ο ενάγων είχε διανύσει περί το ένα μέτρο επί του οδοστρώματος, δέχτηκε αιφνιδίως κτύπημα από το εμπρόσθιο δεξιό μέρος του παραπάνω αυτοκινήτου, µε αποτέλεσμα να επιπέσει επί του οδοστρώματος. Αποκλειστικά υπαίτιος του ενδίκου ατυχήματος και των εξ αυτού αποτελεσμάτων είναι ο ασφαλισμένος της εναγοµένης οδηγός, ο οποίος δεν οδηγούσε µε σύνεση και προσοχή ως µέσος οδηγός. Η δε αμέλειά του συνίσταται στο ότι δεν κατέβαλε την κατ’ αντικειμενική κρίση απαιτούμενη επιμέλεια και προσοχή, και εξ αυτού του λόγου δεν λάμβανε συνεχώς υπόψη του τις επικρατούσα; συνθήκες και ειδικότερα τη στενότητα του οδοστρώματος, πλάτους λωρίδας 5,85 µέτρων συνολικά το οποίο καταλαμβανόταν εν µέρει και από σταθμευμένα αυτοκίνητα, και ενώ κινούνταν επί της οδού, δεν τήρησε απόσταση ασφαλείας από τον πεζό που βάδιζε στην άκρη του οδοστρώματος, τον οποίον όφειλε να είχε διακρίνει, αφού αυτός εκινείτο έμπροσθεν του οπτικού του πεδίου, διήλθε δε χωρίς προσοχή από αριστερά του, µε αποτέλεσμα να επιπέσει σε αυτόν και να τον τραυματίσει, ενώ θα έπρεπε να προσέξει τον πεζό και να τον διευκολύνει να ανέλθει στο πεζοδρόμιο, µειώνοντας ταχύτητα και διακόπτοντας ακόμα την πορεία του οχήματός του, αφού ήταν λίαν επισφαλής η ταυτόχρονη διέλευση του οχήματος από αριστερά του πεζού. Αντίθετα δεν αποδείχθηκε συνυπαιτιότητα του ενάγοντα στην πρόκληση του τραυματισμού του, καθόσον αυτός βάδιζε στο άκρο δεξιό του οδοστρώματος, συννόµως, κατ’ άρθρο 38 παρ. 2 ΚΟΚ, ενόψει του ότι, όπως προαναφέρθηκε, ήταν αδύνατο στο ύψος αυτό η διέλευση πεζών προς το πεζοδρόμιο λόγω των παραπάνω εμποδίων, η δε κίνηση του ζημιογόνου οχήµατος ήταν επί τοσούτον αιφνιδία, ώστε ο ήδη ενάγων δεν διέθετε χρονικό περιθώριο αντίδρασης. Δεν αποδείχθηκε ότι ο ενάγων παρενεβλήθη αιφνιδίως στην πορεία του οχήματος, άλλωστε, όπως προκύπτει από την έκθεση αυτοψίας, η ζημία του οχήματος είναι στο εμπρόσθιο δεξιό μέρος του (σημείο υποδεικνύον ότι το όχηµα επέπεσε επί του πεζού) και όχι επί του δεξιού µέρους του, συνεπώς δεν προκύπτει ότι ο πεζός επέπεσε επί του οχήματος, όπως υπολαμβάνει η εναγοµένη, ισχυριζόμενη ότι το ζημιογόνο όχημα ευρίσκετο έμπροσθεν του ενάγοντος όταν αυτός επιχείρησε να βαδίσει επί του οδοστρώματος….»